Έκανε ζέστη! Πολλή ζέστη. Κι είχε περάσει τις τελευταίες βδομάδες της ζωής της μπαινοβγαίνοντας σ’ αεροπλάνα, αλλάζοντας χώρες και τρώγοντας. Μετακινήθηκε στο κάθισμα της. Το κάψιμο από το μαστίγιο την ενοχλούσε. Γαμώτο, την είχε χτυπήσει πολύ. Δεν είχε καταφέρει όμως να την κάνει να κλάψει, παρόλο πού αυτός ήταν ο σκοπός του. Και το είχε προσπαθήσει πολύ. Εκείνος όμως έκλαιγε την ώρα που τον έκοβε. Και είχε φροντίσει το μαχαίρι της να είναι πολύ κοφτερό. Χάραζε τη σάρκα του σε όλα τα μαλακά της μέρη, έκοβε ότι της φαινόταν ότι περίσσευε κι εκείνος έκλαιγε. Ίσως γιατί είναι δύσκολο να ουρλιάξεις χωρίς γλώσσα. Όταν πια πέθανε τον άφησε κι αυτόν στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, όπως όλους, και έφυγε για το ραντεβού της. Την περίμενε ένα ζευγάρι που ήθελε να εμπλουτίσει την ερωτική του ζωή. Έτσι κάπως ξεκίνησε κι αυτή, καιρό πριν. Σε ένα ταξίδι είπε να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό. Το διαφορετικό είναι ωραίο. Και δεν ήταν πια τόσο μικρή ώστε να αφήνει ευκαιρίες για ωραία πράγματα να πάνε χαμένες. Συνέχισε να ταξιδεύει και να δοκιμάζει. Πολλοί άντρες, πολλές γυναίκες, πόνος, ντροπή, εξουσία, ταπείνωση, οργασμοί. Σε κάποιους άρεσε πολύ. Ζητούσαν να την ξαναδούν. Συνήθως δε χαλούσε χατίρι. Ένας δεν της φέρθηκε όπως θα έπρεπε. Απλά τον ευνούχισε, τον έδεσε στο κρεβάτι του και στάθηκε απέναντι να τον δει να πεθαίνει από αιμορραγία. Δεν ένιωσε ευχαρίστηση. Ούτε τότε ούτε στους επόμενους. Ένιωσε όμως ανακούφιση. Και ηρεμία. Όσο πιο πολύ τους βασάνιζε τόσο πιο ήρεμη κατέληγε. Ίσως γι’ αυτό δεν προτιμούσε συνήθως τις γυναίκες. Δεν άντεχαν και τόσο. Δεν ήταν πολλά τα πτώματα που είχε αφήσει πίσω της. Δεν χρειαζόταν καν να κρύβεται επιμελώς ακόμα. Είναι εύκολο να μένεις άγνωστος μακριά από το φυσικό σου χώρο. Κανένας άλλωστε δε χρειάστηκε να μάθει το όνομα της για να την πηδήξει. Πριν φτάσει στο σπίτι του ζευγαριού, σταμάτησε σε ένα φαγάδικο. Παρήγγειλε και περίμενε. Το κάψιμο την ενοχλούσε πάλι. Τα χέρια της, κάτω από τα μανίκια ήταν γεμάτα σημάδια από σκοινιά. Έφαγε γρήγορα, λαίμαργα. Παρήγγειλε πάλι. Και πάλι. Δυσκολεύτηκε να σταματήσει. Πλήρωσε πνιγμένη από ντροπή και πήγε στην τουαλέτα. Ξέρασε ότι είχε φάει. Ποιος θα ήθελε να τη γαμήσει αν ήταν χοντρή; Το ζευγάρι της φέρθηκε πολύ καλά. Κι εκείνη το ίδιο. Έκλεισαν ραντεβού το βράδυ για ένα όργιο. Εκεί κάποιον θα εύρισκε να τη χρειάζεται. Κάποιος θα υπήρχε να την ηρεμίσει. Χαμογέλασε σ’ ένα παιδάκι που την κοιτούσε. Ύστερα έπρεπε να γυρίσει πίσω. Την περίμενε το παιδί της. Και μια γυναίκα που δεν της είχε φερθεί καθόλου καλα.
(special thanks για τον τίτλο στην elgalla και τους skyclad...)